Διάμετρος γλάστρας: 15cm /Ύψος φυτού: 120-150cm.
Η Βερικοκιά ανήκει στην οικογένεια Rosaceae, στο γένος Prunus. Οι σημαντικότερες καλλιεργούμενες ποικιλίες ανήκουν στο γένος Prunus armeniaca L.
Η Επιδαύρου είναι ποικιλία βερικοκιάς που δίνει καρπούς με μεγάλο μέγεθος και σχήμα σφαιρικό-ωοειδές. Ο φλοιός έχει χρώμα κιτρινοπορτοκαλί με επίχρωμα κόκκινο στο μέρος που βλέπει ο ήλιος. Η σάρκα είναι συμπύρηνη, κιτρινοπορτοκαλί, συνεκτική, χυμώδης και μέτριας γεύσης. Ο πυρήνας είναι πικρόσπερμος. Ωριμάζει κατά τα τέλη του Μαΐου και είναι κατάλληλη για νωπή κατανάλωση.Σαν δένδρο είναι ζωηρή, με βλάστηση ημιορθόκλαδη, πρωϊανθής και παραγωγική. Παρουσιάζει μικρή τάση παρενιαυτοφορίας. Θεωρείται ποικιλία μέτριας ποιότητας και πολύ ευαίσθητη στην ίωση σάρκα. Η αξία της ποικιλίας αυτής οφείλεται αποκλειστικά στην πρωιμότητά της. Προήλθε ως τυχαίο σπορόφυτο, που επισημάνθηκε απ’ το γεωπόνο κ. Ζερβό, στην περιοχή των φυλακών Τιρύνθου, κοντά στο Ναύπλιο της Αργολίδας. Διαδόθηκε κατά τη δεκαετία του 1960 ευρέως στην Αργολίδα και Κορινθία, αλλά σήμερα η διάδοσή της έχει περιοριστεί σημαντικά, λόγω της μέτριας ποιότητας των καρπών της και της ευαισθησίας της στην ίωση σάρκα.
- Η Βερικοκιά είναι δένδρο φυλλοβόλο, μέσου έως μεγάλου μεγέθους. Τα φύλλα της είναι απλά, κατ΄εναλλαγή καρδιόσχημα, με πριονωτή περιφέρεια, βαθυπράσινα και αδενοφόρα. Οι οφθαλμοί της διακρίνονται σε ξυλοφόρους και απλούς ανθοφόρους.
- Η Βερικοκιά καρποφορεί σε απλούς ανθοφόρους οφθαλμούς πλάγια σε λογχοειδή ( Μπουκέτα Μαϊου), λεπτόκλαδα και βλαστούς της τρέχουσας βλαστικής περιόδου. Υπεισέρχεται σε αξιόλογη καρποφορία από τον 4-5 χρόνο και μετά.
- Η Βερικοκιά χρειάζεται σχετικά κρύο χειμώνα. Σε νότιες περιοχές που ο χειμώνας είναι ήπιος, δεν ανθίζει κανονικά και χάνει τους οφθαλμούς της. Είναι ανθεκτική στις χαμηλές θερμοκρασίες, ακόμα και στους -25ο C και χρειάζεται θερμό καλοκαίρι για να αποδώσει.
- Τα εδάφη στα οποία αποδίδει καλύτερα η βερικοκιά είναι τα καλά στραγγιζόμενα, βαθιά και πηλώδη εδάφη, ενώ ακατάλληλα θεωρούνται τα αμμώδη και ξερά εδάφη. Είναι όμως περισσότερο ανθεκτική στη ξηρασία από τη ροδακινιά.